- εισηγητικός
- -ή, -ό (Α εἰσηγητικός, -ή, -όν)νεοελλ.1. αυτός που περιέχει εισήγηση («εισηγητική έκθεση»)2. αυτός που αναφέρεται, ανήκει ή ταιριάζει στον εισηγητή ή στην εισήγησηαρχ.αυτός που εισηγείται, εισάγει («ἕκτος ἐστὶν εἰσηγητικὸς τρόπος»).
Dictionary of Greek. 2013.